ᾀδούσας

ᾀδούσας
ᾀδούσᾱς , ἀείδω
il.Parv..
pres part act fem acc pl (attic epic doric ionic)
ᾀδούσᾱς , ἀείδω
il.Parv..
pres part act fem gen sg (doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • οινοχόη — Αρχαίο αγγείο με μια λαβή, το οποίο γέμιζαν με κρασί από τον κρατήρα. Οι ο. ήταν κατασκευασμένες από πηλό ή από ορείχαλκο και, πολλές φορές, από ασήμι. Στους αρχαιότερους χρόνους ήταν αγγείο μάλλον βαρύ, με μεγάλη κοιλιά και βάση. Αργότερα όμως… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”